Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπειρηδόν
σπειρικός
σπειρίον
σπειρίτης
σπειροδρακοντόζωνος
σπειροειδής
σπειροκέφαλον
σπεῖρον
σπειρόπωλις
σπεῖρος
σπειροῦχος
σπειροφόρος
σπειροφύλαξ
σπειρόω
σπείρω
σπειρώδης
σπειστέον
σπεκλάριον
σπέκλον
σπεκουλάτωρ
σπεκούλιον
View word page
σπειροῦχος
forming a circle

ShortDef

forming a circle

Debugging

Headword:
σπειροῦχος
Headword (normalized):
σπειροῦχος
Headword (normalized/stripped):
σπειρουχος
IDX:
81006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81007
Key:

Data

{'content': 'forming a circle'}