Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπάρος
σπαρταγενής
Σπαρτάκειος
Σπάρτακος
σπαρτέον
σπάρτη
Σπάρτη
Σπάρτηθεν
Σπάρτηνδε
Σπαρτιάτης
Σπαρτιᾶτις
σπαρτικός
σπάρτινος
σπαρτίον
σπαρτιοχαίτης
σπαρτόδετος
Σπαρτοί
σπαρτομέταξα
σπάρτον
σπαρτοπλόκος
σπαρτοπόλιος
View word page
Σπαρτιᾶτις
a Spartan woman

ShortDef

a Spartan woman

Debugging

Headword:
Σπαρτιᾶτις
Headword (normalized):
σπαρτιᾶτις
Headword (normalized/stripped):
σπαρτιατις
IDX:
80951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80952
Key:

Data

{'content': 'a Spartan woman'}