Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπαργανόω
σπαργάνωσις
σπαργανωτέος
σπαργάω
σπάργησις
σπάρος
σπαρταγενής
Σπαρτάκειος
Σπάρτακος
σπαρτέον
σπάρτη
Σπάρτη
Σπάρτηθεν
Σπάρτηνδε
Σπαρτιάτης
Σπαρτιᾶτις
σπαρτικός
σπάρτινος
σπαρτίον
σπαρτιοχαίτης
σπαρτόδετος
View word page
σπάρτη
rope

ShortDef

rope
Sparta

Debugging

Headword:
σπάρτη
Headword (normalized):
σπάρτη
Headword (normalized/stripped):
σπαρτη
IDX:
80946
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80947
Key:

Data

{'content': 'rope'}