Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνόσιος
ἀνοσιότης
ἀνοσιουργέω
ἀνοσιούργημα
ἀνοσιουργία
ἀνοσιουργός
ἄνοσμος
ἄνοσος
ἀνόστεος
ἀνόστητος
ἀνόστιμος
ἄνοστος
ἀνόστρακος
ἀνόσφιστος
ἀνόσφραντος
ἀνότιστος
ἄνοτος
ἀνοτοτύζω
ἀνούατος
Ἀνουβιακός
Ἀνουβιδεῖον
View word page
ἀνόστιμος
not returning

ShortDef

not returning

Debugging

Headword:
ἀνόστιμος
Headword (normalized):
ἀνόστιμος
Headword (normalized/stripped):
ανοστιμος
IDX:
8088
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8089
Key:

Data

{'content': 'not returning'}