Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σοφιστεία
σοφιστέον
σοφιστέος
σοφιστεύω
σοφιστήριον
σοφιστής
σοφιστιάω
σοφιστικός
Σοφοκλῆς
σοφόνοος
σοφός
σοφοτέχνης
σόω
σοωδίνη
σοωναύτης
σπαδίζω
σπαδικοφόρος
σπάδιξ
σπαδοειδής
σπαδονίζω
σπαδόνισμα
View word page
σοφός
wise, skilled, clever

ShortDef

wise, skilled, clever

Debugging

Headword:
σοφός
Headword (normalized):
σοφός
Headword (normalized/stripped):
σοφος
IDX:
80867
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80868
Key:

Data

{'content': 'wise, skilled, clever'}