Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σομφός
σομφότης
σομφώδης
σορέλλη
σοροδαίμων
σοροεργός
σοροπηγός
σοροποιός
σορός
σορώϊον
σός
Σόσιος
σοῦ
σουβίτυλλος
σουβλίζω
σουβλίον
σουβρίκιον
σουβρικομαφόρτιον
σουβρικοπάλλιον
σουβρικός
σουγχῖνος
View word page
σός
your

ShortDef

your

Debugging

Headword:
σός
Headword (normalized):
σός
Headword (normalized/stripped):
σος
IDX:
80819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80820
Key:

Data

{'content': 'your'}