Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σολομωνιακός
σόλος
Σόλυμοι
Σόλων
σομφόομαι
σομφός
σομφότης
σομφώδης
σορέλλη
σοροδαίμων
σοροεργός
σοροπηγός
σοροποιός
σορός
σορώϊον
σός
Σόσιος
σοῦ
σουβίτυλλος
σουβλίζω
σουβλίον
View word page
σοροεργός
coffinmaking

ShortDef

coffinmaking

Debugging

Headword:
σοροεργός
Headword (normalized):
σοροεργός
Headword (normalized/stripped):
σοροεργος
IDX:
80814
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80815
Key:

Data

{'content': 'coffinmaking'}