Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σμυρνόω
σμῦρος
σμύχω
σμώγω
σμωδικός
σμῶδιξ
σμώνη
σμώχω
σοʹ
σοβαρεύομαι
σοβαροβλέφαρος
σοβαρός
σοβάς
σοβέω
σόβη
σόβησις
σόβητρον
σόγκος
σογκώδης
σόγχος
Σόδραι
View word page
σοβαροβλέφαρος
with haughty upraised eyebrows, supercilious

ShortDef

with haughty upraised eyebrows, supercilious

Debugging

Headword:
σοβαροβλέφαρος
Headword (normalized):
σοβαροβλέφαρος
Headword (normalized/stripped):
σοβαροβλεφαρος
IDX:
80778
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80779
Key:

Data

{'content': 'with haughty upraised eyebrows, supercilious'}