Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σμινθεύς
σμίνθος
σμινύη
σμυγερός
σμυλίχη
σμύρις
σμύρνα
Σμύρνα
σμυρναῖος
Σμυρναῖος
σμυρνίζω
σμύρνινος
σμύρνιον
σμύρνισις
σμυρνόμελαν
σμυρνοφόρος
σμυρνόω
σμῦρος
σμύχω
σμώγω
σμωδικός
View word page
σμυρνίζω
to flavour

ShortDef

to flavour

Debugging

Headword:
σμυρνίζω
Headword (normalized):
σμυρνίζω
Headword (normalized/stripped):
σμυρνιζω
IDX:
80762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80763
Key:

Data

{'content': 'to flavour'}