Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σμίλη
σμιλιγλύφος
σμίλινος
σμιλιωτός
σμῖλος
σμινδυρίδια
Σμινθεύς
σμίνθος
σμινύη
σμυγερός
σμυλίχη
σμύρις
σμύρνα
Σμύρνα
σμυρναῖος
Σμυρναῖος
σμυρνίζω
σμύρνινος
σμύρνιον
σμύρνισις
σμυρνόμελαν
View word page
σμυλίχη
the hole in the yoke in which the pole was inserted
ShortDef
the hole in the yoke in which the pole was inserted
Debugging
Headword:
σμυλίχη
Headword (normalized):
σμυλίχη
Headword (normalized/stripped):
σμυλιχη
IDX:
80756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80757
Key:
Data
{'content': 'the hole in the yoke in which the pole was inserted'}