Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σμῖλαξ
σμιλεία
σμίλευμα
σμιλευτός
σμιλεύω
σμίλη
σμιλιγλύφος
σμίλινος
σμιλιωτός
σμῖλος
σμινδυρίδια
Σμινθεύς
σμίνθος
σμινύη
σμυγερός
σμυλίχη
σμύρις
σμύρνα
Σμύρνα
σμυρναῖος
Σμυρναῖος
View word page
σμινδυρίδια
women's shoes
ShortDef
women's shoes
Debugging
Headword:
σμινδυρίδια
Headword (normalized):
σμινδυρίδια
Headword (normalized/stripped):
σμινδυριδια
IDX:
80751
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80752
Key:
Data
{'content': "women's shoes"}