Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σμηματοδόχος
σμηνηδόν
σμηνιών
σμηνοδόκος
σμηνοκόμος
σμῆνος
σμηνουργέω
σμηνουργία
σμηνουργός
σμῆξις
σμῆριγξ
σμηρίζω
σμήρισμα
σμήχω
σμικρίζω
Σμικρίων
σμικρύνω
σμιλάκινος
σμῖλαξ
σμιλεία
σμίλευμα
View word page
σμῆριγξ
hair

ShortDef

hair

Debugging

Headword:
σμῆριγξ
Headword (normalized):
σμῆριγξ
Headword (normalized/stripped):
σμηριγξ
IDX:
80733
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80734
Key:

Data

{'content': 'hair'}