Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκωριοποιία
σκώψ
σκῶψις
σλιφομαχος
σμʹ
σμαλερός
σμάλλεος
σμαράγδειος
σμαραγδίζω
σμαράγδινος
σμαραγδίτης
σμάραγδος
σμαραγδοχαίτας
σμαραγδώδης
σμαραγέω
σμαραγή
σμάραγνα
σμαρίς
σμάω
σμέρδ[ν]ος
σμερδαλέος
View word page
σμαραγδίτης
of the kind

ShortDef

of the kind

Debugging

Headword:
σμαραγδίτης
Headword (normalized):
σμαραγδίτης
Headword (normalized/stripped):
σμαραγδιτης
IDX:
80701
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80702
Key:

Data

{'content': 'of the kind'}