Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγρομενής
ἀγρόνδε
ἀγρόνομος
ἀγρονόμος
ἀγροπόνος
ἀγρός
Ἀγροτέρα
ἀγρότερος
ἀγροτήρ
ἀγρότης
ἀγροφύλαξ
ἄγρυκτος
ἀγρυπνέω
ἀγρυπνητέον
ἀγρυπνητήρ
ἀγρυπνητής
ἀγρυπνητικός
ἀγρυπνία
ἄγρυπνος
ἀγρυπνώδης
ἄγρωμα
View word page
ἀγροφύλαξ
a watcher of the country

ShortDef

a watcher of the country

Debugging

Headword:
ἀγροφύλαξ
Headword (normalized):
ἀγροφύλαξ
Headword (normalized/stripped):
αγροφυλαξ
IDX:
806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-807
Key:

Data

{'content': 'a watcher of the country'}