Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκυφοειδής
σκυφοκώνακτος
σκύφος
σκύφωμα
σκωληκιάω
σκωληκίζω
σκωλήκιον
σκωληκίτης
σκωληκόβορος
σκωληκόβρωτος
σκωληκοειδής
σκωληκόομαι
σκωληκοτοκέω
σκωληκοτόκος
σκωληκοφάγος
σκωληκώδης
σκωλήκωσις
σκώληξ
σκωλοβάτης
σκωλοβατίζω
σκῶλον
View word page
σκωληκοειδής
worm-shaped

ShortDef

worm-shaped

Debugging

Headword:
σκωληκοειδής
Headword (normalized):
σκωληκοειδής
Headword (normalized/stripped):
σκωληκοειδης
IDX:
80665
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80666
Key:

Data

{'content': 'worm-shaped'}