Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκυτοτραγέω
σκυτόω
σκυτώδης
σκύφειος
σκυφίον
σκυφοειδής
σκυφοκώνακτος
σκύφος
σκύφωμα
σκωληκιάω
σκωληκίζω
σκωλήκιον
σκωληκίτης
σκωληκόβορος
σκωληκόβρωτος
σκωληκοειδής
σκωληκόομαι
σκωληκοτοκέω
σκωληκοτόκος
σκωληκοφάγος
σκωληκώδης
View word page
σκωληκίζω
wriggle like a worm

ShortDef

wriggle like a worm

Debugging

Headword:
σκωληκίζω
Headword (normalized):
σκωληκίζω
Headword (normalized/stripped):
σκωληκιζω
IDX:
80660
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80661
Key:

Data

{'content': 'wriggle like a worm'}