Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκυτοτομέω
σκυτοτομία
σκυτοτομικός
σκυτοτόμος
σκυτοτραγέω
σκυτόω
σκυτώδης
σκύφειος
σκυφίον
σκυφοειδής
σκυφοκώνακτος
σκύφος
σκύφωμα
σκωληκιάω
σκωληκίζω
σκωλήκιον
σκωληκίτης
σκωληκόβορος
σκωληκόβρωτος
σκωληκοειδής
σκωληκόομαι
View word page
σκυφοκώνακτος
carried round in cups

ShortDef

carried round in cups

Debugging

Headword:
σκυφοκώνακτος
Headword (normalized):
σκυφοκώνακτος
Headword (normalized/stripped):
σκυφοκωνακτος
IDX:
80656
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80657
Key:

Data

{'content': 'carried round in cups'}