Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκυρωτός
σκυσμός
σκυτάλα
σκυτάλη
σκυταληφορέω
σκυταληφόρος
σκυταλίας
σκυτάλιον
σκυταλίς
σκυταλισμός
σκύταλον
σκυταλόω
σκυταλωτός
σκυτάριον
σκυτεία
σκυτεῖον
σκυτεύς
σκυτεύω
σκύτη
σκυτικός
σκύτινος
View word page
σκύταλον
cudgel, club

ShortDef

cudgel, club

Debugging

Headword:
σκύταλον
Headword (normalized):
σκύταλον
Headword (normalized/stripped):
σκυταλον
IDX:
80624
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80625
Key:

Data

{'content': 'cudgel, club'}