Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκυλοδεψέω
σκυλοδέψης
σκῦλον
σκύλος
σκυλοφόρος
σκυλοχαρής
σκυλόω
σκυλτικός
σκυμναγωγέω
σκύμνειος
σκυμνεύω
σκύμνος
σκυμνοτοκέω
σκύνιον
σκυράω
σκῦρος
Σκῦρος
σκυρώδης
σκυρωτός
σκυσμός
σκυτάλα
View word page
σκυμνεύω
rear

ShortDef

rear

Debugging

Headword:
σκυμνεύω
Headword (normalized):
σκυμνεύω
Headword (normalized/stripped):
σκυμνευω
IDX:
80606
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80607
Key:

Data

{'content': 'rear'}