Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνοργίαστος
ἄνοργος
ἀνορέγω
ἀνορεκτέω
ἀνόρεκτος
ἀνορεξία
ἀνορθιάζω
ἄνορθος
ἀνορθόω
ἀνορίνω
ἄνορκος
ἀνορμάομαι
ἀνορμητικῶς
ἀνόρμητος
ἀνορμίζω
ἄνορμος
ἀνόρνυμι
ἀνορούω
ἀνόροφος
ἀνορροπύγιος
ἀνορταλίζω
View word page
ἄνορκος
bound by no oath

ShortDef

bound by no oath

Debugging

Headword:
ἄνορκος
Headword (normalized):
ἄνορκος
Headword (normalized/stripped):
ανορκος
IDX:
8059
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8060
Key:

Data

{'content': 'bound by no oath'}