Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκουτουλᾶτος
σκρινιάριος
σκρίνιον
σκυβαλίζω
σκυβαλικός
σκυβαλισμός
σκύβαλον
σκυβαλώδης
Σκυβελίτης
σκυβλίζω
σκυδμαίνω
σκύζα
σκυζάω
σκύζησις
σκύζομαι
Σκυθάριον
Σκύθας
Σκύθης
Σκυθίζω
Σκυθικός
Σκυθισμός
View word page
σκυδμαίνω
to be angry

ShortDef

to be angry

Debugging

Headword:
σκυδμαίνω
Headword (normalized):
σκυδμαίνω
Headword (normalized/stripped):
σκυδμαινω
IDX:
80544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80545
Key:

Data

{'content': 'to be angry'}