Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκουτλόω
σκούτλωσις
σκουτουλᾶτος
σκρινιάριος
σκρίνιον
σκυβαλίζω
σκυβαλικός
σκυβαλισμός
σκύβαλον
σκυβαλώδης
Σκυβελίτης
σκυβλίζω
σκυδμαίνω
σκύζα
σκυζάω
σκύζησις
σκύζομαι
Σκυθάριον
Σκύθας
Σκύθης
Σκυθίζω
View word page
Σκυβελίτης
(wine) from Σκύβελα

ShortDef

(wine) from Σκύβελα

Debugging

Headword:
Σκυβελίτης
Headword (normalized):
σκυβελίτης
Headword (normalized/stripped):
σκυβελιτης
IDX:
80542
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80543
Key:

Data

{'content': '(wine) from Σκύβελα'}