Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκούτλα
σκουτλάριος
σκουτλόω
σκούτλωσις
σκουτουλᾶτος
σκρινιάριος
σκρίνιον
σκυβαλίζω
σκυβαλικός
σκυβαλισμός
σκύβαλον
σκυβαλώδης
Σκυβελίτης
σκυβλίζω
σκυδμαίνω
σκύζα
σκυζάω
σκύζησις
σκύζομαι
Σκυθάριον
Σκύθας
View word page
σκύβαλον
dung, filth, refuse

ShortDef

dung, filth, refuse

Debugging

Headword:
σκύβαλον
Headword (normalized):
σκύβαλον
Headword (normalized/stripped):
σκυβαλον
IDX:
80540
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80541
Key:

Data

{'content': 'dung, filth, refuse'}