Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκοτοιβόρος
σκοτομαχέω
σκοτομήδης
σκοτομήνη
σκοτομηνία
σκοτομήνιος
σκοτοποιός
σκότος
Σκοτοῦσσα
Σκοτουσσαῖος
σκοτοφεγγής
σκοτόφρων
σκοτόω
σκοτώδης
σκοτωδία
σκότωμα
σκοτωματικός
σκότωσις
σκοῦτα
σκουτάριος
σκουτέλλιον
View word page
σκοτοφεγγής
darkly glimmering

ShortDef

darkly glimmering

Debugging

Headword:
σκοτοφεγγής
Headword (normalized):
σκοτοφεγγής
Headword (normalized/stripped):
σκοτοφεγγης
IDX:
80519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80520
Key:

Data

{'content': 'darkly glimmering'}