Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκοτοειδής
σκοτόεις
σκοτοεργός
σκοτοιβόρος
σκοτομαχέω
σκοτομήδης
σκοτομήνη
σκοτομηνία
σκοτομήνιος
σκοτοποιός
σκότος
Σκοτοῦσσα
Σκοτουσσαῖος
σκοτοφεγγής
σκοτόφρων
σκοτόω
σκοτώδης
σκοτωδία
σκότωμα
σκοτωματικός
σκότωσις
View word page
σκότος
darkness, gloom
ShortDef
darkness, gloom
Debugging
Headword:
σκότος
Headword (normalized):
σκότος
Headword (normalized/stripped):
σκοτος
IDX:
80516
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80517
Key:
Data
{'content': 'darkness, gloom'}