Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκορπίοθεν
σκορπιομάχος
σκορπίον
σκορπίος
σκορπίουρος
σκορπιοφόρος
σκορπίς
σκόρπισις
σκορπισμός
σκορπιστής
σκορπιστικός
σκορπῖτις
σκορπιώδης
σκοτάζω
σκοταῖος
σκοτασμός
σκοτάω
σκοτεινολογία
σκοτεινός
σκοτεινότης
σκοτία
View word page
σκορπιστικός
dissipative
ShortDef
dissipative
Debugging
Headword:
σκορπιστικός
Headword (normalized):
σκορπιστικός
Headword (normalized/stripped):
σκορπιστικος
IDX:
80485
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80486
Key:
Data
{'content': 'dissipative'}