Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκορπιόεις
σκορπίοθεν
σκορπιομάχος
σκορπίον
σκορπίος
σκορπίουρος
σκορπιοφόρος
σκορπίς
σκόρπισις
σκορπισμός
σκορπιστής
σκορπιστικός
σκορπῖτις
σκορπιώδης
σκοτάζω
σκοταῖος
σκοτασμός
σκοτάω
σκοτεινολογία
σκοτεινός
σκοτεινότης
View word page
σκορπιστής
scatterer, spendthrift

ShortDef

scatterer, spendthrift

Debugging

Headword:
σκορπιστής
Headword (normalized):
σκορπιστής
Headword (normalized/stripped):
σκορπιστης
IDX:
80484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80485
Key:

Data

{'content': 'scatterer, spendthrift'}