Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκληρασία
σκληραύχην
σκληρευνία
σκληρία
σκληρίασις
σκληρόβιος
σκληρόγεως
σκληρογνώμων
σκληρόδερμος
σκληροδίαιτος
σκληροειδής
σκληρόθριξ
σκληροκαρδία
σκληροκάρδιος
σκληροκέφαλον
σκληρόκηρος
σκληροκοίλιος
σκληροκοιτέω
σκληρόκοκκος
σκληρολέκτης
σκληροπαγής
View word page
σκληροειδής
of hard nature
ShortDef
of hard nature
Debugging
Headword:
σκληροειδής
Headword (normalized):
σκληροειδής
Headword (normalized/stripped):
σκληροειδης
IDX:
80329
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80330
Key:
Data
{'content': 'of hard nature'}