Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκιφίας
σκίφος
σκιώδης
Σκιωναῖος
Σκιώνη
σκιωτός
σκλῆμα
σκληραγωγέω
σκληραγωγία
σκληράργιλλος
σκληρασία
σκληραύχην
σκληρευνία
σκληρία
σκληρίασις
σκληρόβιος
σκληρόγεως
σκληρογνώμων
σκληρόδερμος
σκληροδίαιτος
σκληροειδής
View word page
σκληρασία
hardening

ShortDef

hardening

Debugging

Headword:
σκληρασία
Headword (normalized):
σκληρασία
Headword (normalized/stripped):
σκληρασια
IDX:
80319
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80320
Key:

Data

{'content': 'hardening'}