Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκίραφος
σκιραφώδης
Σκιρίδαι
Σκιρῖται
σκιρίτης
Σκιρῖτις
σκῖρον
σκίρον
σκιρόομαι
σκιρός
σκῖρος
Σκιροφοριών
σκιρτάω
σκιρτηδόν
σκίρτημα
σκιρτηματικῶς
σκίρτησις
σκιρτητής
σκιρτητικός
σκιρτοπόδης
σκιρτοποιέω
View word page
σκῖρος
stucco: any hard covering
ShortDef
stucco: any hard covering
Debugging
Headword:
σκῖρος
Headword (normalized):
σκῖρος
Headword (normalized/stripped):
σκιρος
IDX:
80289
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80290
Key:
Data
{'content': 'stucco: any hard covering'}