Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκιόθρεπτος
σκιομαντεία
σκιόπρυμνον
σκιόπρῳρον
σκίουρος
σκιοφανής
σκιοφόρος
σκιόφως
σκιόψυκτος
Σκιπίων
σκίπων
Σκίρα
σκιραίνω
Σκιράς
σκιραφεῖον
σκιραφευτής
σκίραφος
σκιραφώδης
Σκιρίδαι
Σκιρῖται
σκιρίτης
View word page
σκίπων
a staff
ShortDef
a staff
Debugging
Headword:
σκίπων
Headword (normalized):
σκίπων
Headword (normalized/stripped):
σκιπων
IDX:
80273
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80274
Key:
Data
{'content': 'a staff'}