Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκιαρόκομος
σκιάς
σκίασις
σκίασμα
σκιαστικός
σκιαστός
σκιατραφής
σκιατραφία
σκιατροφέω
σκιαυγέω
σκιάω
σκίγγος
σκίδναμαι
σκίδνημι
σκιερός
σκίλλα
σκιλλιτικός
σκιλλομαχία
σκιλλώδης
σκιμαλίζω
σκίμαλλος
View word page
σκιάω
to overshadow

ShortDef

to overshadow

Debugging

Headword:
σκιάω
Headword (normalized):
σκιάω
Headword (normalized/stripped):
σκιαω
IDX:
80233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80234
Key:

Data

{'content': 'to overshadow'}