Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκίαινα
σκιακός
σκιαμαχέω
σκιαμαχία
σκιάμαχος
Σκιάποδες
σκιαρόκομος
σκιάς
σκίασις
σκίασμα
σκιαστικός
σκιαστός
σκιατραφής
σκιατραφία
σκιατροφέω
σκιαυγέω
σκιάω
σκίγγος
σκίδναμαι
σκίδνημι
σκιερός
View word page
σκιαστικός
shading, covering

ShortDef

shading, covering

Debugging

Headword:
σκιαστικός
Headword (normalized):
σκιαστικός
Headword (normalized/stripped):
σκιαστικος
IDX:
80227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80228
Key:

Data

{'content': 'shading, covering'}