Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σκήψιος
σκῆψις
Σκῆψις
σκιά
σκιαγραφέω
σκιαγράφημα
σκιαγραφία
σκιαγραφικός
σκιαγράφος
σκιάδειον
σκιαδηφορέω
σκιάζω
σκίαινα
σκιακός
σκιαμαχέω
σκιαμαχία
σκιάμαχος
Σκιάποδες
σκιαρόκομος
σκιάς
σκίασις
View word page
σκιαδηφορέω
carry a sunshade

ShortDef

carry a sunshade

Debugging

Headword:
σκιαδηφορέω
Headword (normalized):
σκιαδηφορέω
Headword (normalized/stripped):
σκιαδηφορεω
IDX:
80215
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80216
Key:

Data

{'content': 'carry a sunshade'}