Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνομοειδής
ἀνομόζηλος
ἀνομοθέτητος
ἀνομοιοβαρής
ἀνομοιογενής
ἀνομοιογώνιος
ἀνομοιοειδής
ἀνομοιοκατάληκτος
ἀνομοιομερής
ἀνομοιοποιός
ἀνομοιόπτωτος
ἀνόμοιος
ἀνομοιόστροφος
ἀνομοιοσχήμων
ἀνομοιότης
ἀνομοιότροπος
ἀνομοιόφυλος
ἀνομοιόχρονος
ἀνομοιόχρους
ἀνομοιόω
ἀνομοιώδης
View word page
ἀνομοιόπτωτος
with unlike inflexions

ShortDef

with unlike inflexions

Debugging

Headword:
ἀνομοιόπτωτος
Headword (normalized):
ἀνομοιόπτωτος
Headword (normalized/stripped):
ανομοιοπτωτος
IDX:
8014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8015
Key:

Data

{'content': 'with unlike inflexions'}