Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκευή
σκευογραφία
σκευογραφικός
σκευοθήκη
σκευοπλασία
σκευοπλαστικός
σκευοποιέω
σκευοποίημα
σκευοποιία
σκευοποιός
σκευοπώλης
σκεῦος
σκευότριψ
σκευουργία
σκευοφορεῖον
σκευοφορέω
σκευοφορικός
σκευοφόρος
σκευοφυλακέω
σκευοφυλάκιον
σκευοφύλαξ
View word page
σκευοπώλης
one who sells
ShortDef
one who sells
Debugging
Headword:
σκευοπώλης
Headword (normalized):
σκευοπώλης
Headword (normalized/stripped):
σκευοπωλης
IDX:
80144
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80145
Key:
Data
{'content': 'one who sells'}