Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκεπτέος
σκεπτήριον
σκεπτικός
σκέπτομαι
σκέπω
σκερβόλλω
σκέρβολος
σκευά
σκευαγωγέω
σκευαγωγός
σκευάζομαι
σκευάζω
σκευάριον
σκευασία
σκεύασμα
σκευαστέον
σκευαστέος
σκευαστής
σκευαστός
σκευή
σκευογραφία
View word page
σκευάζομαι
pack up and carry off beforehand
ShortDef
pack up and carry off beforehand
Debugging
Headword:
σκευάζομαι
Headword (normalized):
σκευάζομαι
Headword (normalized/stripped):
σκευαζομαι
IDX:
80125
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80126
Key:
Data
{'content': 'pack up and carry off beforehand'}