Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκεπτέον
σκεπτέος
σκεπτήριον
σκεπτικός
σκέπτομαι
σκέπω
σκερβόλλω
σκέρβολος
σκευά
σκευαγωγέω
σκευαγωγός
σκευάζομαι
σκευάζω
σκευάριον
σκευασία
σκεύασμα
σκευαστέον
σκευαστέος
σκευαστής
σκευαστός
σκευή
View word page
σκευαγωγός
conveying goods
ShortDef
conveying goods
Debugging
Headword:
σκευαγωγός
Headword (normalized):
σκευαγωγός
Headword (normalized/stripped):
σκευαγωγος
IDX:
80124
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80125
Key:
Data
{'content': 'conveying goods'}