Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκαρῖτις
σκαριφάομαι
σκαριφησμός
σκάρος
σκασμός
σκατοφαγέω
σκατοφάγος
σκατοφόροι
Σκάτων
Σκαῦρος
σκαῦρος
σκαφεία
σκαφεῖον
σκαφετός
σκαφεύς
σκάφευσις
σκαφευτής
σκαφεύω
σκαφή
σκάφη
σκαφητός
View word page
σκαῦρος
scaurus, with deviating hoof
ShortDef
Scaurus
scaurus, with deviating hoof
Debugging
Headword:
σκαῦρος
Headword (normalized):
σκαῦρος
Headword (normalized/stripped):
σκαυρος
IDX:
80039
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80040
Key:
Data
{'content': 'scaurus, with deviating hoof'}