Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σκαμάνδριος
σκαμάνδριος
Σκάμανδρος
σκαμβόπους
σκαμβός
σκαμβόω
σκάμμα
σκαμμωνία
σκαμμωνίτης
σκάμνος
σκανδαλάριος
σκανδάληθρον
σκανδαλίζω
σκανδαλιστής
σκάνδαλον
σκανδικοπώλης
σκανδικώδης
σκάνδιξ
σκάνθος
σκανόω
σκαπανεύω
View word page
σκανδαλάριος
shingler

ShortDef

shingler

Debugging

Headword:
σκανδαλάριος
Headword (normalized):
σκανδαλάριος
Headword (normalized/stripped):
σκανδαλαριος
IDX:
80000
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-80001
Key:

Data

{'content': 'shingler'}