Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκαλοπιά
σκάλοψ
σκάλσις
Σκαμάνδριος
σκαμάνδριος
Σκάμανδρος
σκαμβόπους
σκαμβός
σκαμβόω
σκάμμα
σκαμμωνία
σκαμμωνίτης
σκάμνος
σκανδαλάριος
σκανδάληθρον
σκανδαλίζω
σκανδαλιστής
σκάνδαλον
σκανδικοπώλης
σκανδικώδης
σκάνδιξ
View word page
σκαμμωνία
scammony, Convolvulus, Scammonia
ShortDef
scammony, Convolvulus, Scammonia
Debugging
Headword:
σκαμμωνία
Headword (normalized):
σκαμμωνία
Headword (normalized/stripped):
σκαμμωνια
IDX:
79997
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79998
Key:
Data
{'content': 'scammony, Convolvulus, Scammonia'}