Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σκάλλω
σκάλμη
σκαλμός
σκαλοβάτης
σκαλοπιά
σκάλοψ
σκάλσις
Σκαμάνδριος
σκαμάνδριος
Σκάμανδρος
σκαμβόπους
σκαμβός
σκαμβόω
σκάμμα
σκαμμωνία
σκαμμωνίτης
σκάμνος
σκανδαλάριος
σκανδάληθρον
σκανδαλίζω
σκανδαλιστής
View word page
σκαμβόπους
bow-legged

ShortDef

bow-legged

Debugging

Headword:
σκαμβόπους
Headword (normalized):
σκαμβόπους
Headword (normalized/stripped):
σκαμβοπους
IDX:
79993
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79994
Key:

Data

{'content': 'bow-legged'}