Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σκαλιδεύω
σκαλίδρις
σκαλίζω
σκαλίς
σκαλισμός
σκαλλίον
σκάλλω
σκάλμη
σκαλμός
σκαλοβάτης
σκαλοπιά
σκάλοψ
σκάλσις
Σκαμάνδριος
σκαμάνδριος
Σκάμανδρος
σκαμβόπους
σκαμβός
σκαμβόω
σκάμμα
σκαμμωνία
View word page
σκαλοπιά
blind-rat's run
ShortDef
blind-rat's run
Debugging
Headword:
σκαλοπιά
Headword (normalized):
σκαλοπιά
Headword (normalized/stripped):
σκαλοπια
IDX:
79987
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79988
Key:
Data
{'content': "blind-rat's run"}