Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιφωνίζω
σιφωνολογία
σιωπάω
σιωπή
σιωπηλός
σιωπηρός
σιώπησις
σιωπητέος
σκάζω
Σκαιά
σκαιοβατέω
Σκαιόλας
σκαιολογέω
σκαιολόγος
σκαιός
Σκαῖος
σκαιοσύνη
σκαιότης
σκαιουργέω
σκαιούργημα
σκαίρω
View word page
σκαιοβατέω
walk

ShortDef

walk

Debugging

Headword:
σκαιοβατέω
Headword (normalized):
σκαιοβατέω
Headword (normalized/stripped):
σκαιοβατεω
IDX:
79947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79948
Key:

Data

{'content': 'walk'}