Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄνολβος
ἀνόλεθρος
ἀνολισθάνω
ἀνολκή
ἀνολολύζω
ἀνολοφύρομαι
Ἀνολυμπιάς
ἀνομαλίζω
ἀνομάλωσις
ἀνομβρέω
ἀνομβρήεις
ἀνομβρία
ἄνομβρος
ἀνομέω
ἀνομήλικος
ἀνόμημα
ἀνομία
ἀνομίλητος
ἀνόμιστος
ἀνόμιχλος
ἀνόμματος
View word page
ἀνομβρήεις
rainy

ShortDef

rainy

Debugging

Headword:
ἀνομβρήεις
Headword (normalized):
ἀνομβρήεις
Headword (normalized/stripped):
ανομβρηεις
IDX:
7991
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7992
Key:

Data

{'content': 'rainy'}