Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιτομετρία
σιτομετρικόν
σιτομέτριον
σιτομετροσακκοφόρος
σιτονόμος
σιτοπαραλήμπτης
σιτοποιεῖον
σιτοποιέω
σιτοποίητρα
σιτοποιία
σιτοποιικός
σιτοποιός
σιτοπομπεῖον
σιτοπομπία
σιτοπομπός
σιτοπωλέω
σιτοπώλης
σῖτος
σιτόσπορος
σιτοφαγέω
σιτοφάγος
View word page
σιτοποιικός
for breadmaking

ShortDef

for breadmaking

Debugging

Headword:
σιτοποιικός
Headword (normalized):
σιτοποιικός
Headword (normalized/stripped):
σιτοποιικος
IDX:
79899
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79900
Key:

Data

{'content': 'for breadmaking'}