Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σιτομέτρης
σιτομετρία
σιτομετρικόν
σιτομέτριον
σιτομετροσακκοφόρος
σιτονόμος
σιτοπαραλήμπτης
σιτοποιεῖον
σιτοποιέω
σιτοποίητρα
σιτοποιία
σιτοποιικός
σιτοποιός
σιτοπομπεῖον
σιτοπομπία
σιτοπομπός
σιτοπωλέω
σιτοπώλης
σῖτος
σιτόσπορος
σιτοφαγέω
View word page
σιτοποιία
breadmaking, the preparation of food
ShortDef
breadmaking, the preparation of food
Debugging
Headword:
σιτοποιία
Headword (normalized):
σιτοποιία
Headword (normalized/stripped):
σιτοποιια
IDX:
79898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79899
Key:
Data
{'content': 'breadmaking, the preparation of food'}