Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιτηρέσιον
σιτηρός
σίτησις
σιτίζω
σιτικός
σιτίον
σιτισμός
σιτιστής
σίτλα
σιτοβολών
σιτογεωργός
σιτοδεία
σιτοδόκη
σιτοδόκος
σιτοδοσία
σιτοδοτέω
σιτοδότης
σιτοθήκη
σιτοκαπηλεύω
σιτοκάπηλος
σιτοκλονέομαι
View word page
σιτογεωργός
grain-grower

ShortDef

grain-grower

Debugging

Headword:
σιτογεωργός
Headword (normalized):
σιτογεωργός
Headword (normalized/stripped):
σιτογεωργος
IDX:
79865
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79866
Key:

Data

{'content': 'grain-grower'}