Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιτηρεσιάζω
σιτηρέσιον
σιτηρός
σίτησις
σιτίζω
σιτικός
σιτίον
σιτισμός
σιτιστής
σίτλα
σιτοβολών
σιτογεωργός
σιτοδεία
σιτοδόκη
σιτοδόκος
σιτοδοσία
σιτοδοτέω
σιτοδότης
σιτοθήκη
σιτοκαπηλεύω
σιτοκάπηλος
View word page
σιτοβολών
place for storing grain, granary

ShortDef

place for storing grain, granary

Debugging

Headword:
σιτοβολών
Headword (normalized):
σιτοβολών
Headword (normalized/stripped):
σιτοβολων
IDX:
79864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79865
Key:

Data

{'content': 'place for storing grain, granary'}