Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιταγωγέω
σιταγωγία
σιταγωγός
σιταῖα
σιταλετικός
Σιτάλκης
σιταποδέκτης
σιταποδοχεῖον
σιταποχία
σιτάριον
σιταρκέω
σιταρκισμός
σιταρχέω
σιτάρχημα
σιτάρχης
σιταρχία
σιταρχώ
σιτεία
σιτένδεια
σιτέομαι
σιτεύσιμος
View word page
σιταρκέω
supply with provisions

ShortDef

supply with provisions

Debugging

Headword:
σιταρκέω
Headword (normalized):
σιταρκέω
Headword (normalized/stripped):
σιταρκεω
IDX:
79830
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79831
Key:

Data

{'content': 'supply with provisions'}